Πρόκειται για παροδική απώλεια της συνείδησης από εγκεφαλική ισχαιμία. Η ισχαιμία προκαλείται λόγω αιφνίδιας διακοπής της εγκεφαλικής κυκλοφορίας από καρδιακά η εξωκαρδιακά αίτια. Το κύριο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί κατά τη διαδικασία της διερεύνησης κάποιου συγκοπτικού επεισοδίου, είναι εάν οφείλεται σε καρδιακά ή εξωκαρδιακά αίτια, δεδομένου ότι η πρόγνωση των ασθενών με συγκοπή οφειλόμενη σε οργανική καρδιοπάθεια, ενδέχεται να είναι δυσμενής.
Ποια είναι οι αιτίες της συγκοπής;
1. Νευροκαρδιογενής συγκοπή
α. Αγγειοπαρασυμπαθητική συγκοπή (Κοινή λιποθυμία): Είναι το πιο συχνό αίτιο συγκοπής που οφείλεται σε πτώση της αρτηριακής πιέσεως λόγω ανώμαλης αγγειοδιαστολής, που προκαλείται αντανακλαστικά λόγω συγκίνησης, φόβου ή άγχους.
Εμφανίζονται πριν τη συγκοπή πρόδρομα συμπτώματα όπως ναυτία, επιγαστρικό βάρος, ζάλη, θόλωση ή εξασθένηση όρασης (μπορούν να προηγούνται αρκετά λεπτά πριν)
β. Ορθοστατική: Υπόταση που προκαλείται από πτώση της πίεσης στην όρθια θέση λόγω στάσης του αίματος στα κάτω άκρα και απώλειας των καρδιαγγειακών αντανακλαστικών. Παρέρχεται με την οριζοντίωση του σώματος.
γ. Περιστασιακή: Η περιστασιακή συγκοπή είναι ουσιαστικά αγγειοπαρασυμπαθητική συγκοπή που επέρχεται από συγκεκριμένη δραστηριότητα (βήχας, ούρηση, κατάποση κλπ).
2. Καρδιακά αίτια
α. Αρρυθμίες: Κοιλιακή ταχυκαρδία, κοιλιακή μαρμαρυγή, κολποκοιλιακός αποκλεισμός (σύνδρομο Adams-Stokes), μεγάλη φλεβοκομβική βραδυκαρδία, σύνδρομο νοσούντος φλεβοκόμβου, σύνδρομο του καρωτιδικού κόλπου.
β. Μηχανικά καρδιακά αίτια: Στένωση αορτής, μύξωμα αριστερού κόλπου ή υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια.
3. Νευρολογικά αίτια
α. Παραοδικά ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια
β. Επιληψία
Η διάγνωση μπορεί να γίνει από το ιστορικό, την κλινική εξέταση, τα εργαστηριακά ευρήματα και το ηλεκτροκαρδιογράφημα. Εάν από αυτές τις εξετάσεις δεν είναι δυνατή η διάγνωση γίνονται επί πλέον: Triplex καρδιάς και καρωτίδων, δοκιμασία κόπωσης, holter καρδιάς 24ωρου, αξονική ή μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και ηλεκτροφυσιολογική μελέτη της καρδιάς, η οποία βοηθά στην ανακάλυψη και εκτίμηση πιθανών αρρυθμιολογικών αιτιών.